Γιατί πρέπει να πληρώσουν τους ρυπαντές οι φορολογούμενοι πολίτες;
Τον περασμένο Οκτώβρη, η περιφέρεια Στερεάς Ελλάδας ανέλαβε την πρωτοβουλία «για την οριστική και αποτελεσματική επίλυση του μείζονος προβλήματος στην περιοχή του Ασωπού». Τρεις είναι οι στόχοι αυτής της πρωτοβουλίας: 1) η ριζική αντιμετώπιση της εγκατεστημένης ρύπανσης, 2) η παρακολούθηση και αντιμετώπιση των προβλημάτων που δημιούργησε η πολύχρονη και συνεχιζόμενη επιβάρυνση της περιοχής στην υγεία των κατοίκων και 3) η οργάνωση της άναρχης, άτυπης βιομηχανικής συγκέντρωσης με τη δημιουργία Βιομηχανικού Πάρκου Εξυγίανσης. Ο περιφερειάρχης κ. Μπακογιάννης στην εισήγησή του, μεταξύ άλλων, σημείωσε πως «οι βιομηχανίες στο σύνολό τους συμμορφώθηκαν και δεν χρησιμοποιούν πλέον εξασθενές χρώμιο στην παραγωγική τους δραστηριότητα». !!!
Αυτή η αποστροφή προκάλεσε την αντίδραση φορέων, οι οποίοι επισήμαναν πως η επίλυση του προβλήματος δεν μπορεί να υπάρξει εφόσον δεν αναγνωρίζεται πως η περιοχή συνεχίζει να ρυπαίνεται. Σε αυτό ο κ. Μπακογιάννης απάντησε πως στηρίχθηκε στα στοιχεία που του παρείχε το ΚΕΠΕ Βοιωτίας, ανακοινώνοντας νέους ελέγχους στην περιοχή, ώστε να διαπιστωθεί εκ νέου αν εντοπίζεται εξασθενές χρώμιο στην παραγωγική δραστηριότητα των βιομηχανιών.
Καταστροφή επί 48 χρόνια
Η καταστροφή της ευρύτερης περιοχής και η μετατροπή του ποταμού Ασωπού σε βόθρο βιομηχανικών λυμάτων δεν είναι πρόσφατη. Αντίθετα, ξεκίνησε το 1969 όταν η περιοχή μετατράπηκε σε άτυπη βιομηχανική ζώνη, με τη χουντική κυβέρνηση να δίνει στις βιομηχανίες κίνητρα μετεγκατάστασης στα Οινόφυτα και το Σχηματάρι. Σε ελάχιστο χρόνο από παρθένα περιοχή, ο Ασωπός μετατράπηκε σε οχετό. Οι πρώτες έρευνες που αποδείκνυαν αυτό έγιναν από το Πολυτεχνείο το 1990, που εντόπισαν υψηλές τιμές εξασθενούς χρωμίου. Μάλιστα, το 1995 η πολιτεία αναγνώρισε για πρώτη φορά το πρόβλημα και χρηματοδότησε μελέτη για την επεξεργασία βιομηχανικών λυμάτων, η οποία δεν αξιοποιήθηκε ποτέ. Άλλωστε, για τις βιομηχανίες είναι σαφώς οικονομικότερη η ρίψη των αποβλήτων στο ποτάμι…
Από το 2000 έως και σήμερα έχουν γίνει δεκάδες περιβαλλοντικές μελέτες στην περιοχή, οι οποίες ομονοούν πως πρόκειται για περιβαλλοντικό έγκλημα. Επιπλέον, έχουν υπάρξει καταδικαστικές αποφάσεις από το ΣτΕ, με την τελευταία να ανακοινώνεται τον περασμένο Νοέμβριο και να ζητά την άμεση διακοπή λειτουργίας των βιομηχανικών και άλλων μονάδων στον Ασωπό, όπου δεν λειτουργεί σύστημα επεξεργασίας αποβλήτων.
Χωρίς δικαίωμα στην υγεία
Πέραν των περιβαλλοντικών, έχει γίνει και μελέτη για τις επιπτώσεις στην υγεία των κατοίκων της περιοχής. Συγκεκριμένα, επιδημιολογική μελέτη του πανεπιστημίου Αθηνών, που δημοσιεύτηκε το 2010 και αφορά τη δεκαετία 1999-2009, έδειξε τη σοβαρή επίδραση που έχει στην υγεία των κατοίκων των περιοχής η διαμονή ή/και εργασία στη βιομηχανική ζώνη, αναδεικνύοντας την πολυετή ρύπανση του Ασωπού. Μάλιστα, η έρευνα απέδειξε πως το ¼ των θανάτων την περίοδο αυτή οφειλόταν σε καρκίνο (118 στους 474 θανάτους). Η έρευνα αυτή δεν αξιοποιήθηκε, ενώ ο δήμος και η περιφέρεια αποποιήθηκαν των ευθυνών τους να ενημερώσουν τους κατοίκους για τις επιδράσεις της βιομηχανίας στη ζωή τους. Τ
ον Ιανουάριο του 2013, η Διεθνής Ομοσπονδία Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων προσέφυγε στην επιτροπή κοινωνικών δικαιωμάτων του Συμβουλίου της Ευρώπης και δικαιώθηκε καταδικάζοντας το ελληνικό κράτος, την περιφέρεια και το δήμο για παραβίαση του δικαιώματος στην υγεία. Το σκεπτικό της απόφασης ανέφερε συγκεκριμένα: «Το ελληνικό κράτος δεν έχει προβεί στις απαραίτητες ενέργειες προκειμένου να εξαλείψει ή μειώσει την επιζήμια επίδραση της μόλυνσης στην υγεία των ενδιαφερόμενων ανθρώπων και να εξασφαλίσει ότι οι άνθρωποι μπορούν να απολαμβάνουν πλήρως τα δικαιώματά τους επί της προστασίας της υγείας τους».
Ανεξέλεγκτες παραβιάσεις
Καμία από τις αποφάσεις δεν εφαρμόστηκε, καθώς δεν υπήρχε η πολιτική βούληση να υποχρεωθούν οι ρυπαντές-βιομηχανίες να πληρώσουν την αποκατάσταση του υδροφόρου ορίζοντα, που κατέστρεψαν. Όταν, μάλιστα η ειδική γραμματέας επιθεωρητών Περιβάλλοντος Μ. Καραβασίλη –η οποία απομακρύνθηκε από τη θέση της το 2005 με απόφαση του υπουργού ΠΕΧΩΔΕ Γ. Σουφλιά- έκανε λόγο το 2006 για «αδιαφανείς διαδικασίες» και «επιλεκτικούς ελέγχους» στη βιομηχανική ζώνη των Οινοφύτων μηνύθηκε από τον πρώην επικεφαλής της υπηρεσίας για «συκοφαντική δυσφήμιση δια του Τύπου».
Στο Εφετείο η ίδια αθωώθηκε, αλλά ο δίαυλος επικοινωνίας των βιομηχανιών με την πολιτική ηγεσία φαίνεται πως συνεχίστηκε. Το 2013, όταν ξεκίνησε η δίκη 14 βιομηχανιών –ύστερα από έξι αναβολές από το 2009- με την κατηγορία της ρύπανσης του Ασωπού, ο τότε υπουργός δεν επέτρεψε στον επικεφαλής της υπηρεσίας Επιθεωρητών Περιβάλλοντος Π. Μέρκο να καταθέσει, για να προασπίσει τα συμφέροντα του δημοσίου. Και αυτός απομακρύνθηκε από τη θέση του τον Οκτώβριο του 2014, παρότι είχε αποκαλύψει το μέγεθος της ρύπανσης στον υδροφόρο ορίζοντα της περιοχής.
Μάλιστα, ο κ. Μέρκος είχε μετρήσει τη ρύπανση χρωμίου στην περιοχή αποδεικνύοντας πως εντοπίζονται σημεία ακόμα και με περιεκτικότητα 10.200 μg/l, πρωτοφανής μέτρηση παγκοσμίως, όταν το όριο για το πόσιμο νερό είναι 50 μg/l.
Ακόμα είχε εντοπίσει πως βιομηχανίες δεν διέθεταν άδειες ούτε μελέτες για επεξεργασία υγρών αποβλήτων, ενώ άλλες διέρρεαν τα απόβλητά τους στον ποταμό με παράνομους και καμουφλαρισμένους αγωγούς. Ύστερα από αιφνιδιαστικούς ελέγχους στην ΕΑΒ αποκαλύφθηκε πως η επιχείρηση διέθετε δύο αγωγούς επεξεργασίας αποβλήτων, ο ένας βιομηχανικών αποβλήτων και ο άλλος για ανθρωπολύματα, οι οποίοι τελικά ήταν συνδεδεμένοι μεταξύ τους αναμειγνύοντας τα λύματα και αλλοιώνοντας τα αποτελέσματα των ελέγχων, ώστε να φαίνεται πως η εταιρεία δεν ρυπαίνει.
Άλλος έλεγχος σε μεγάλη βιομηχανία έδειξε πως τα βιομηχανικά λύματα βγαίνουν στον Ασωπό με υπόγειους αγωγούς που ήταν τοποθετημένοι έτσι, ώστε να μην οδηγούν στην πηγή των αποβλήτων, που ήταν η συγκεκριμένη εταιρεία. Επιπλέον αιφνιδιαστικοί έλεγχοι έδειξαν πως βιομηχανικά απόβλητα θάβονταν σε οικόπεδα, σπηλιές και παλιά λατομεία. Συγκεκριμένα εντοπίστηκαν βιομηχανικά απόβλητα της περιοχής των Οινοφύτων στο ρέμα Μαυρατζά στα Μέγαρα, στο Συκάμινο Ωρωπού, σε ναυπηγεία στην Πάχη, στα Γεράνια όρη, στο Ποικίλο όρος, στο Λουτράκι, στην Αυλίδα, στη Μεσσαπία Εύβοιας, ακόμα και στο Βοτανικό στα θεμέλια του γηπέδου του Παναθηναϊκού, όπου εντοπίστηκαν 80-100.000 κυβικά αποβλήτων, εκατοντάδες τόνοι εκ των οποίων προέρχονταν από τα Οινόφυτα. Μάλιστα, στην τελευταία περίπτωση, παρότι συνελήφθη να απορρίπτει επικίνδυνα βιομηχανικά απόβλητα στο σκάμμα του υπο κατασκευή γηπέδου του Παναθηναϊκού, ο νόμιμος εκπρόσωπος μεταλλουργικής βιομηχανίας από τα Οινόφυτα και του ασκήθηκε δίωξη, δεν τέθηκε η βιομηχανία σε καθεστώς περιβαλλοντικής ευθύνης, ούτε του ανατέθηκε η απορρύπανση της περιοχής κατά το αναλογούν μέρος. Αντίθετα, λίγες μέρες πριν τις εκλογές του Ιανουαρίου, ο δήμος Αθηναίων, ιδιοκτήτης του γηπέδου, προκήρυξε μειοδοτικό διαγωνισμό για την αποκατάσταση του γηπέδου με δαπάνη του δημοσίου. Ο νόμιμος εκπρόσωπος της βιομηχανίας τέθηκε τελικά σε καθεστώς περιβαλλοντικής ευθύνης μόλις στις αρχές του 2016.
Επανέλεγχοι για τον εντοπισμό των ρυπαντών
Σύμφωνα με έκθεση του Συνηγόρου του Πολίτη (2014) στην ευρύτερη περιοχή του Ασωπού ποταμού υπάρχουν εγκατεστημένες 378 βιομηχανικές μονάδες, εκ των οποίων οι 57 διέρρεαν τα υγρά απόβλητά τους στον Ασωπό. Η έκθεση, που μεταξύ άλλων υπογράμμιζε την «ελλιπή καταγραφή των βιομηχανικών μονάδων, η οποία σε συνδυασμό με τις καθυστερήσεις αδειοδότησης έχει ως αποτέλεσμα τη λειτουργία σημαντικού αριθμού μονάδων δίχως άδειες σε ισχύ», διαπίστωνε «αδικαιολόγητη καθυστέρηση στη συμμόρφωση με το θεσπισμένο προστατευτικό πλαίσιο που ισχύει για τον Ασωπό, παρά την αναγνώριση του κινδύνου που εγκυμονεί η ρύπανσή του για το περιβάλλον και την ανθρώπινη υγεία».
Τον Οκτώβριο του 2014, η ΕΛΒΑΛ δήλωσε πως αναλαμβάνει την αποκατάσταση ρύπανσης που αποκαλύφθηκε στην περιοχή των εγκαταστάσεών της και πρότεινε την εκπόνηση εξάμηνης πιλοτικής έρευνας-δοκιμής, η οποία δεν έχει εφαρμοστεί προηγουμένως στη χώρα μας ή και σε άλλο κράτος μέλος, και σε δεύτερο στάδιο (εφόσον αποδειχθεί η αποτελεσματικότητά της και η καταλληλότητά της) την υλοποίηση πιλοτικού προγράμματος για την αποκατάσταση του υδροφόρου ορίζοντα, εντός του γηπέδου της. Η εταιρεία, ωστόσο, δεν ανέλαβε την ευθύνη της ρύπανσης, ενώ για την πρώτη πρόταση που κατέθεσε, εκφράστηκαν επιφυλάξεις, ζητήθηκαν συμπληρωματικά στοιχεία και προτάθηκαν όροι για το πρόγραμμα παρακολούθησης και οριοθέτησης της ρύπανσης από το Σώμα Επιθεωρητών Περιβάλλοντος.
Επί πλέον έχουν εκφραστεί επιφυλάξεις και από επιστημονικοούς φορείς, που συνεπικουρούν τις υπηρεσίες του υπουργείου. Σε συνέχεια αυτών, η εταιρεία κατέθεσε δεύτερο συμπληρωμένο και τροποποιημένο φάκελο, ο οποίος εξετάζεται. Όπως ενημερωνόμαστε από το υπουργείο Περιβάλλοντος, έχει ήδη ξεκινήσει από το Σώμα Επιθεωρητών Περιβάλλοντος, σε συνεργασία με το ΙΓΜΕ, έρευνα προκειμένου να εντοπιστεί με βεβαιότητα η πηγή ρύπανσης. Παράλληλα, μελετώνται στοιχεία, ώστε να μην αποσιωπηθούν ενδεχόμενες επιπλέον ποινικές ευθύνες της εταιρείας. Ορισμένοι γνώστες του αντικειμένου επισημαίνουν τον κίνδυνο αν δεν δοθεί έγκαιρα η άδεια αποκατάστασης στην ΕΛΒΑΛ, να ισχυριστεί η εταιρεία πως εμπίπτει στη διάταξη περί συντρέχοντος πταίσματος, αφού έχει αναγνωρίσει την υπαιτιότητά της και οι αρμόδιες αρχές δεν εγκρίνουν το αίτημά της για αποκατάσταση της ζημίας που προκάλεσε. Αν ο ισχυρισμός αυτός δικαιωθεί, τότε παύει να είναι υπαίτια και υπαίτιο είναι πια το κράτος, που εν γνώσει του δεν αδειοδότησε την αποκατάσταση της ζημιάς και επομένως απαλλάσσεται η εταιρεία των ευθυνών της. Ωστόσο, κύκλοι του υπουργείου επισημαίνουν πως έχουν γίνει οι απαραίτητες υπηρεσιακές ενέργειες που αποδεικνύουν ότι δεν υπήρχε αδράνεια και επομένως δεν μπορεί να στηριχθεί νομικά ο ισχυρισμός περί συντρέχοντος πταίσματος.
Η Γεωργία Κοτίνη, γενική διευθύντρια του Σώματος Επιθεώρησης Περιβάλλοντος μας ενημερώνει σχετικά πως η μελέτη του ΙΓΜΕ έχει ολοκληρωθεί και αναμένεται να παρουστεί στο υπουργείο τις επόμενες μέρες. Όπως ενημερωνόμαστε πλέον έχουν τοποθετηθεί στο Σώμα και νέοι επιθεωρητές, οι οποίοι εκπαιδεύονται για να αναλάβουν καθήκοντα, αντιμετωπίζοντας σε ένα βαθμό το πρόβλημα της υποστελέχωσης. Σχετικά με την περιοχή του Ασωπού σημείωσε στην «Ε»: «Η υποβάθμιση της Λεκάνης του Ασωπού είναι εξαιρετικά σοβαρή περίπτωση. Πρόκειται για μια άτυπη βιομηχανική ζώνη που λειτούργησε όλα αυτά τα χρόνια, με τα -αναπόφευκτα κατά τη γνώμη μου- αποτελέσματα που όλοι γνωρίζουμε. Εντός του 2016 έχουν προγραμματιστεί νέες μετρήσεις σε γεωτρήσεις όπου έχουν ανιχνευθεί υψηλές τιμές εξασθενούς χρωμίου. Επί πλέον είμαστε εν αναμονή και σχετικής μελέτης του ΙΓΜΕ, από την οποία θα προκύψουν πολύ σημαντικά συμπεράσματα που θα αφορούν σημειακή ρύπανση και όχι όλη τη λεκάνη του Ασωπού. Το Σώμα σε συνεργασία με την Περιφέρεια και τους αρμόδιους φορείς θα κινηθεί στην κατεύθυνση εφαρμογής των αποφάσεων του ΣτΕ, προϋπόθεση για την οποία είναι οι επανέλεγχοι, τους οποίους ξεκινήσαμε από τον περασμένο Δεκέμβρη και συνεχίζουμε».
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου