Άρθρο του Αθανάσιου Παντελόγλου,
Χημικού, Mcs Βιοχημικού
Μηχανικού Ι.Τ.Α.Π.
Η Κεντρική Εύβοια
(κωδικός αριθμός 24), αποτελεί γεωγραφικό διαμέρισμα της Ανατολικής Στερεάς
Ελλάδας (κωδικός αριθμός 07) και περιλαμβάνει τους δήμους Χαλκιδαίων,
Μεσσαπίων, Ν. Αρτάκης, Ληλαντίων και Διρφύων, ο πληθυσμός των οποίων φτάνει
συνολικά τους 130.000 κατοίκους. Η όλη περιοχή, λόγω των υψομετρικών της διαμορφώσεων, έχει
δυο φυσικές απορροές επιφανειακών υδάτων, μία προς τον Ευβοϊκό Κόλπο και μία
προς το Αιγαίο Πέλαγος. Οι ποταμοί Μεσσάπιος και Λήλας, καθώς και αρκετοί
μικρότεροι χείμαρροι, διαρρέουν την Κεντρική Εύβοια και καταλήγουν, με μεγάλη
κλίση και ύστερα από διαδρομή λίγων χιλιομέτρων, στο Βόρειο και Νότιο Ευβοϊκό
κόλπο.
Η Κεντρική Εύβοια δέχεται πολύ υψηλά ποσά βροχοπτώσεων και
θεωρείται μια πλουσιότατη υδατική περιοχή. Kατά τις μελέτες, όμως, του
Υπουργείου Ανάπτυξης, η περιοχή παρουσιάζει ένα ιδιόμορφο υδρολογικό
χαρακτηριστικό. Διότι, παρά τις μεγάλες κλίσεις των χειμάρρων και την μικρή
απόσταση από την θάλασσα, οι απορροές βρόχινου νερού στη θάλασσα είναι πολύ
μικρές και φτάνουν μόλις στο 9,6%, ενώ στον υδροφόρο κατεισδύει το 30% των
βρόχινων υδάτων.
Η τοπική αυτή ιδιομορφία θα μπορούσε να δικαιολογηθεί μόνον
αν δεχθούμε ότι υπάρχουν κάποια εμπόδια-φράγματα στους χείμαρρους και τα
υδρορέματα, ώστε να προκαλούν λίμνασμα των βρόχινων υδάτων, με συνέπεια την
τόσο αυξημένη κατείσδυση στον υδροφόρο ορίζοντα. Αλλά οι μελέτες πουθενά δεν
αναφέρονται σε ένα τέτοιο δεδομένο.
Το Υπουργείο Ανάπτυξης, στις μελέτες του (της 3ης φάσης) για
τα έργα Ύδρευσης- Αποχέτευσης της περιοχής, διαπιστώνει ότι ο ενιαίος υπόγειος
υδροφόρος ορίζοντας (κωδικός αριθμός 07-24) αξιοποιείται για ύδρευση, άρδευση
και άλλες χρήσεις και ως εκ τούτου υπάρχουν πάρα πολλές δημοτικές, γεωργικές
και ιδιωτικές γεωτρήσεις και πηγάδια. Παρ' όλο όμως που σύμφωνα με τη μελέτη
πρόκειται για ένα πλούσιο υδροφόρο ορίζοντα, παρατηρείται ότι υπάρχει
υπερβολική ζήτηση νερού (κυρίως για γεωργική χρήση), και για το λόγο αυτό
υποδεικνύονται έργα, όπως η κατασκευή φράγματος στα Ψαχνά (ρέμα Μαντάνια) για
συγκράτηση επιπλέον βρόχινων υδάτων, καθώς και η ανόρυξη νέων γεωτρήσεων. Τα
έργα αυτά έχουν προταθεί να ενταχθούν στο Δ' Κ.Π.Σ. (Ε.Σ.Π.Α. - Περιφέρειας
Στερεάς Ελλάδας).
Βάσει των στοιχείων της υδρογεωλογικής μελέτης που
πραγματοποιήθηκε στο χρονικό διάστημα 1997-2002, γνωστοποιήθηκε μόνο η υπερβολική
μόλυνση του υδροφόρου και προφανώς αποσιωπήθηκε η περίπτωση ύπαρξης και χημικής
ρύπανσης. Συγκεκριμένα, ο υδροφόρος ορίζοντας της περιοχής διαπιστώθηκε ότι
είναι εμπλουτισμένος με τεράστια φορτία μολυσματικών ρύπων, όπως
"βιολογικά αναγκαίο οξυγόνο" (BOD) 10.000 τόνοι/έτος, "ολικό
άζωτο" (νιτρικά, νιτρώδη, αμμωνία κλπ.) 4.000 τόνοι/έτος, "ολικό
φώσφορο" 1.150 τόνοι/έτος. Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία της μελέτης, ο
υδροφόρος ορίζοντας της όλης περιοχής φέρει τεράστια φορτία μόλυνσης και είναι
επικίνδυνος για τη δημόσια υγεία.
Κατόπιν τούτων, εύλογα τίθεται το ερώτημα: Προς τι η ένταξη
στο Ε.Σ.Π.Α. έργων όπως η κατασκευή φράγματος και υδρομάστευσης, όταν ο
υδροφόρος ορίζοντας είναι σε τόσο μεγάλο βαθμό μολυσμένος και ρυπασμένος; Έχουν
μήπως την εντύπωση οι αρμόδιοι ότι με τον εμπλουτισμό και την αραίωση θα
εξασφαλίσουν πόσιμο νερό για τους κατοίκους; Δυστυχώς, κάτι τέτοιο είναι
ανέφικτο σήμερα, δεδομένου ότι οι τελευταίοι έλεγχοι, που έγιναν από τον
Αύγουστο του 2007 ως τον Αύγουστο του 2008 από τις υπηρεσίες των Ελεγκτών
περιβάλλοντος του Υ.ΠΕ.ΧΩ.Δ.Ε. και της Δ/νσης Περιβάλλοντος της Νομαρχίας
Εύβοιας, τεκμηριώνουν την απελπιστική κατάσταση του υδροφόρου ορίζοντα, που τον
οδηγεί πλέον σε πλήρη αχρήστευση.
Οι επίσημες εκθέσεις και αναφορές βεβαιώνουν
ότι μολυσματικά φορτία απορρίπτονται παράνομα στην περιοχή, όπως για παράδειγμα
κοντά στο Τ.Δ. Πισσώνα, από αυθαιρετούντες επιχειρηματίες μεγάλων
κτηνοτροφικών, πτηνοτροφικών και άλλων συναφών επιχειρήσεων σφαγής και
διαχείρισης λευκού κρέατος, με συνέπεια αυτά να διαποτίζουν τον υδροφόρο
ορίζοντα ή και να καταλήγουν στη θάλασσα μέσω των ποταμών και των υδατορεμάτων.
Και δεν υπάρχει αμφιβολία ότι οι περιβαλλοντικές παρανομίες αυτού του είδους
ευνοούνται είτε από την κάλυψη είτε από την αδιαφορία των αρμοδίων Αρχών.
Επί πλέον, από την Άνοιξη του 2009 με πρωτοβουλία των
περιβαλλοντικών συλλόγων της περιοχής, ανιχνεύτηκε εκτεταμένη χημική ρύπανση
στα νερά ύδρευσης και άρδευσης. Κάτω από την πίεση των ευρημάτων αυτών, η
Νομαρχία Εύβοιας και ο Δήμος Μεσσαπίων υποχρεώθηκαν να αναθέσουν στο
Πανεπιστήμιο Αθηνών και στο Ι.Γ.Μ.Ε. αντίστοιχα την εξέταση δειγμάτων νερού από
διάφορες θέσεις της περιοχής, όπου ανιχνεύτηκαν
τοξικά βαρέα μέταλλα και συγκεκριμένα χρώμιο, εξασθενές χρώμιο, νικέλιο,
ψευδάργυρος κλπ.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τα στοιχεία και σε συνδυασμό με την
απογραφή των επιχειρήσεων που δραστηριοποιούνται στην περιοχή, διαπιστώνουμε
ότι:
1. Οι μεγάλες
χοιροτροφικές και πτηνοτροφικές μονάδες, που είναι εγκατεστημένες κυρίως μεταξύ
των ποταμών Λήλαντα και Μεσσάπιου, ευθύνονται για τη μόλυνση των υδάτων, τόσο
λόγω των λυμάτων τους όσο και λόγω της απόθεσης μεγάλων ποσοτήτων χημικών
ουσιών, όπως ολικού και οργανικού άνθρακα (αντιβιοτικά, φάρμακα και COD).
Περιέργως, όμως, τα ευρήματα αυτά δεν αξιολογούνται από τις αρμόδιες υπηρεσίες
Α' και Β' βαθμού της Τοπικής Αυτοδιοίκησης σύμφωνα με την ισχύουσα νομοθεσία.
2. Οι βιομηχανίες και
βιοτεχνίες που επεξεργάζονται μεταλλουργικά παράγωγα, φέρουν μερίδιο ευθύνης
για την ανίχνευση εξασθενούς χρωμίου στον υδροφόρο ορίζοντα. Σύμφωνα με τα
στοιχεία των Υπηρεσιών της Νομαρχιακής Αυτοδιοίκησης,προκύπτει πλήθος
βεβαιωμένων παραβάσεων όσον αφορά στην τήρηση των περιβαλλοντικών όρων και τη
διάθεση των αποβλήτων. Η συμμόρφωση των μονάδων αυτών προς τους κανόνες του
υφιστάμενου θεσμικού πλαισίου είναι σχεδόν ανύπαρκτη, επειδή οι διαδικασίες
επιβολής κυρώσεων και προστίμων είναι χρονοβόρες και πολυδαίδαλες. Οι πολιτικοί
προϊστάμενοι της Τοπικής Αυτοδιοίκησης ακυρώνουν στην πράξη κάθε υπηρεσιακό
έλεγχο, έτσι που η λειτουργία τούτων των μονάδων καθίσταται ανεξέλεγκτη, με
αποτέλεσμα να απορρίπτονται οπουδήποτε τεράστιες ποσότητες τοξικών στερεών
αποβλήτων από μεταλλουργικά εργοστάσια, καθώς και σπογγώδη τοξικά απόβλητα
ξαφρίσματος κραμάτων δευτερογενούς χύτευσης αλουμινίου.
Επειδή, μάλιστα,
μεγάλες ποσότητες υποπροϊόντων επεξεργασίας αλουμινίου μεταφέρονται από τα
Οινόφυτα σε εργοστάσια της Κεντρικής Εύβοιας και δεν πραγματοποιούνται
ουσιαστικοί έλεγχοι από τους αρμοδίους, συμβαίνει να καταλήγουν παράνομα στα
γειτονικά δάση, όπως πρόσφατα αποκαλύφθηκε από τους περιβαλλοντικούς συλλόγους
του Δήμου Μεσσαπίων. Την τοξικότητα και επικινδυνότητα των συγκεκριμένων
αποβλήτων έχει βεβαιώσει το Γενικό Χημείο του Κράτους (Γ.Χ.Κ.), αλλά παρ' όλα
αυτά παραμένουν ακόμα στη θέση τους.
3. Η λειτουργία και
άλλων βιομηχανικών μονάδων επιφανειακής επεξεργασίας μετάλλων, χρωμάτωσης και
ηλεκτροστατικής βαφής με χρώμιο, επιβαρύνει ακόμα περισσότερο την
περιβαλλοντική ρύπανση, αφού τόσο η αδειοδότηση όσο και ο έλεγχος λειτουργίας
τους τίθενται σε αμφισβήτηση, καθότι δεν τηρούν τους στοιχειώδεις κανόνες
διάθεσης των υγρών τοξικών αποβλήτων (βάσει βεβαιωμένων παραβάσεων).
4. Ωστόσο, το
σοβαρότερο μέτωπο παραγωγής τοξικής ρύπανσης στα νερά της περιοχής οφείλεται
στην ανεξέλεγκτη εξορυκτική δραστηριότητα της εταιρείας ΛΑΡΚΟ Α.Ε., η οποία
λειτουργεί στην περιοχή του Δήμου Μεσσαπίων από το 1969, εφαρμόζοντας την
τεχνολογία των ανοιχτών επιφανειακών ορυχείων.
Από τη λειτουργία της ΛΑΡΚΟ έχουν δημιουργηθεί πολλαπλά
ανοιχτά ορύγματα (κρατήρες) πολύ μεγάλου βάθους΄(300-400 μ.), χωρίς μέχρι
σήμερα να έχει γίνει αποκατάσταση του περιβάλλοντος. Τα ορύγματα καταλαμβάνουν
πολύ μεγάλη έκταση του Δήμου Μεσσαπίων, από τον Νέο και Παλαιό Παγώντα ως τις
Άκρες, τον Σταυρό, το Κοντοδεσπότι, την Αγία Σοφία, την Πλατάνα, την Άτταλη, τη
Μονή Μακρυμάλλης και την Τριάδα.
Συγκεκριμένα, η ΛΑΡΚΟ επιβαρύνει ανεπανόρθωτα το
περιβάλλον σε κάθε φάση των δραστηριοτήτων της. Κατά πρώτον, σωρεύονται
τεράστιες ποσότητες γαιωδών υλικών, τα οποία αναφέρονται ως υλικά αποκάλυψης
μεταλλεύματος. Τα υλικά αυτά, που είναι ειδικά στερεά απόβλητα και πρέπει να
αποτίθενται με αδειοδοτημένο ασφαλή τρόπο, απορρίπτονται αυθαίρετα και
ασχεδίαστα, με αποτέλεσμα να έχουν σχηματιστεί βουνά ολόκληρα και κατ' αυτό τον
τρόπο να αποφράσσονται τα υδρορέματα. Κατά συνέπεια, τα νερά των βροχοπτώσεων,
μη έχοντας διέξοδο λιμνάζουν μέσα στους κρατήρες των ορυχείων και
"εμπλουτίζουν" τον υδροφόρο ορίζοντα με τα διαλυμένα άλατα όλων των
βαρέων μετάλλων που περιέχουν.
Για την ακρίβεια, στα
"ανοιχτά ορυχεία" μικτών θειούχων μεταλλευμάτων σιδηροπυρίτη και σε
σκληρά πετρώματα, είναι γνωστό το φαινόμενο της "όξινης απορροής"
(acid drainage), ονομαζόμενο επίσης και "Hard rock acid drainage"
(όξινες απορροές σκληρών βράχων). Το
φαινόμενο αυτό χαρακτηρίζεται από τη χημεία της μακρόχρονης επαφής του
"συσσωρεμένου νερού" με "τα θειούχα χώματα των
αποκαλύψεων", παρουσία ατμοσφαιρικού οξυγόνου, όπου προχωρά σε μια σειρά
από οξειδαναγωγικές αντιδράσεις, σχηματίζοντας θειικό οξύ και ελευθερώνοντας
διαλυτά ιόντα βαρέων μετάλλων σε όξινο Ρh στη μάζα των λιμναζόντων υδάτων. Το
"κοκτέιλ" αυτό στη συνέχεια κατεισδύει αργά στον υπόγειο υδροφόρο
ορίζοντα. Αυτός είναι ο κυριότερος μηχανισμός ρύπανσης των υδάτων με βαρέα
μέταλλα σε περιοχές "ανοικτών ορυχείων" μικτών θειούχων πετρωμάτων.
Στη διεθνή βιβλιογραφία αναφέρεται εκτενώς σαν η αιτία που έχει δώσει
τεκμηριωμένα τα σοβαρότατα επεισόδια τοξικής ρύπανσης, υπόγειων και
επιφανειακών υδάτων με βαρέα μέταλλα. Στη νέα Ευρωπαϊκή νομοθεσία, για την
οργάνωση και λειτουργία "των ανοιχτών ορυχείων", περιλαμβάνονται
ειδικές διατάξεις και προφυλάξεις για την αποφυγή του φαινομένου αυτού.
Σε προσωπική επίσκεψη μαζί με κατοίκους της περιοχής (και
μάλιστα μετά από βροχές), είδαμε και διαπιστώσαμε στα ανοιχτά ορυχεία της ΛΑΡΚΟ
την εξέλιξη του ενεργού αυτού "χημικού συστήματος", με τεκμηρίωση της
παρουσίας των στοιχείων χημικής ρύπανσης.
Τούτη, λοιπόν, η αιτία ρύπανσης των υδάτων, που λειτουργεί για χρόνια στην περιοχή,
είναι αυτό που κρύβεται και αποσιωπάται μέχρι σήμερα, αναδεικνύοντας έτσι και
το ρόλο της διαπλεκόμενης Τοπικής Αυτοδιοίκησης. Κατ' αυτό τον τρόπο,
ερμηνεύεται η συνύπαρξη χρωμίου, νικελίου, και ψευδαργύρου στα νερά της
Μεσσαπίας.
Πιστεύουμε δε μετά βεβαιότητας ότι, αν γίνουν συστηματικές
δειγματοληψίες και πιστοποιημένης ποιότητας αναλύσεις υδάτων στην όλη περιοχή,
θα ανιχνευθεί επίσης η παρουσία μετρήσιμων ποσοτήτων μόλυβδου και υδράργυρου
στα υπόγεια ύδατα.
Στο επόμενο στάδιο, η εταιρεία ΛΑΡΚΟ μεταφέρει το μετάλλευμα
στους σπαστήρες, που βρίσκονται στην περιοχή του Τ.Δ. Σταυρού, απ' όπου
ξεκινάει και ο ιμάντας μεταφοράς του τριμμένου μεταλλεύματος στη θέση Βρυσάκια
στις ακτές του Ευβοϊκού κόλπου. Τόσο κατά το σπάσιμο όσο και κατά τη μεταφορά
του μεταλλεύματος γίνεται εκτεταμένη αέρια ρύπανση με αναπνεόμενη επικίνδυνη
σκόνη.
Εκτός αυτού, η περιοχή του Σταυρού ρυπαίνεται συστηματικά και από τα
καμένα ορυκτέλαια που προέρχονται από τη συντήρηση των βαρέων οχημάτων της
εταιρείας.
Ακολούθως, στη θέση Βρυσάκια, πριν το φόρτωσή του,
συγκεντρώνεται το μετάλλευμα και γίνεται υδρομεταλλουργικός εμπλουτισμός του με
χρήση αραιών διαλυμάτων θειϊκού οξέος. Τα υγρά απόβλητα του εμπλουτισμού είναι
όξινα και πλούσια σε διαλυμένα άλατα βαρέων μετάλλων, επειδή περιέχει και
θειούχα άλατα, με αποτέλεσμα να δημιουργείται όξινο περιβάλλον και να
ρυπαίνεται ο υδροφόρος ορίζοντας με βαρέα μέταλλα.
Ύστερα από τον εμπλουτισμό και το στέγνωμα, γίνεται η
φόρτωση του μεταλλεύματος σε πλοία, χωρίς τη λήψη των απαραίτητων μέτρων
προστασίας κατά της ρύπανσης της θάλασσας, και μεταφέρεται στο εργοστάσιο της
Λάρυμνας, όπου γίνεται πυρομεταλλουργική επεξεργασία για την εξαγωγή προϊόντος
σιδηρονικελίου (με ποσοστό νικελίου 19-29 %). Στη μονάδα της Λάρυμνας
μεταφέρονται 1.100.000 τόνοι εμπλουτισμένου μεταλλεύματος ετησίως και, μετά την
επεξεργασία του, η "σκουριά" αποτίθεται στη θάλασσα του Βόρειου
Ευβοϊκού, με όλες τις γνωστές καταστροφικές συνέπειες για το οικοσύστημα.
Καταλήγοντας, μπορούμε να πούμε ότι η χάριν του
μεταλλεύματος ληστρική εκμετάλλευση της Μεσσαπίας από την εταιρεία ΛΑΡΚΟ, σε
συνδυασμό με τον καθοριστικό "ρόλο" της σε πολιτικό και κοινωνικό
επίπεδο, έχει οδηγήσει τον τόπο σε καθεστώς ομηρίας. Η αδιαφορία για την υγεία
των κατοίκων, η απαξίωση και σταδιακή καταστροφή του περιβάλλοντος, η
ποικιλότροπη ρύπανση και μόλυνση, έχουν πλέον γίνει κανόνας λειτουργίας της
εταιρείας. Παρ' όλα αυτά, κανένα μέτρο δεν λαμβάνεται κατά της ΛΑΡΚΟ από την
Τοπική Αυτοδιοίκηση, προκειμένου να περιοριστεί και να παύσει επιτέλους η
παραβατική έως εγκληματική δράση της εις βάρος της δημόσιας υγείας.
Η συμπεριφορά γενικότερα
της εταιρείας στην περιοχή θυμίζει "νονό", εφαρμόζοντας δια των
στελεχών και οργάνων της την τακτική του εκβιασμού και της απειλής στο πλαίσιο
της τοπικής κοινωνίας και αυτοδιοίκησης.
Είναι απαράδεκτο οι τοπικές εξουσίες
να εμφανίζουν επί σειρά ετών μια πρωτοφανή απάθεια και ανοχή, η οποία στην
ουσία ευνοεί την τεράστια περιβαλλοντική καταστροφή, καθιστώντας παράλληλα τους
ολίγους "ημέτερους" όλο και πλουσιότερους και τους ανυπεράσπιστους
κατοίκους τοξινομένους πολίτες.
Και είναι εξωφρενικό το γεγονός ότι επισήμως
αποκρύπτεται η εξορυκτική δραστηριότητα της εταιρείας από κάθε σχετική τοπική
ανάλυση περιβαλλοντικών πιέσεων.
Βάσει όλων των παραπάνω δεδομένων, σε σχέση με την τοξική
ρύπανση των υδάτων, επιβάλλεται να
ληφθούν δραστικά μέτρα, όπως:
α) Άμεση διακοπή της
λειτουργίας των γεωτρήσεων που συνεχίζουν να τροφοδοτούν με ρυπασμένο νερό το
δίκτυο ύδρευσης του Δήμου Μεσσαπίων.
β) Επανασχεδιασμός
του συστήματος υδροδότησης, προκειμένου να διασφαλιστεί υγιεινό νερό ανθρώπινης
χρήσης για όλους τους κατοίκους (π.χ. κεντρικό διυλιστήριο, υδροληψία
αδιύλιστου από άλλη περιοχή).
γ) Αναστολή της
εκτέλεσης των υδρευτικών έργων υδρομάστευσης πηγών και ανόρυξης νέων γεωτρήσεων
στον ήδη ρυπασμένο και μολυσμένο υδροφορέα, τα οποία είχαν προγραμματιστεί στα πλαίσια
του Ε.Σ.Π.Α. χωρίς να ληφθούν υπόψη τα πραγματικά δεδομένα της περιοχής 07-24
(Κεντρικής Εύβοιας).
δ) Λήψη αυστηρών και
συστηματικών μέτρων από την Πολιτεία για την ανακοπή της ρυπαντικής και
μολυσματικής δραστηριότητας όσων αυθαιρετούν και καταπατούν τη νομοθεσία που
αφορά στην προστασία του περιβάλλοντος και τη διασφάλιση της υγείας και της
ποιότητας ζωής των πολιτών.
Αθανάσιος Παντέλογλου
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου